Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἐθνικαὶ ς

См. также в других словарях:

  • ἐθνικαί — ἐθνικός national fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • TAE Greek National Airlines — Infobox Airline airline = TAE Greek National Airlines image size = 250 IATA = GK ICAO = TAE callsign = Greek parent = founded = 1951 ceased = 1957 headquarters = Athens, Greece hubs = Athens Hellenikon Airport fleet size = 18 destinations = 16… …   Wikipedia

  • Onomastikon — (griechisch ὀνομαστικόν, von ὄνομα „Name“; Plural Onomastika) bezeichnet Werke antiker Gelehrsamkeit, deren Gegenstand die Zusammenstellung und Untersuchung von Namen und Begriffen eines bestimmten Fachgebiets war. Dabei wurden die Begriffe… …   Deutsch Wikipedia

  • καλλίμαχος — I (Κυρήνη 310; – Αλεξάνδρεια 240; π.Χ.). Ποιητής και φιλόλογος. Υπήρξε ο πιο τυπικός εκπρόσωπος του αλεξανδρισμού. Ο Κ. περηφανευόταν ότι καταγόταν από τον Βάττο, τον ιδρυτή της Κυρήνης, και γι’ αυτό αποκαλούσε τον εαυτό του Βαττιάδη. Εγκατέλειψε …   Dictionary of Greek

  • περιουσία — Στο ιδιωτικό δίκαιο ο όρος έχει σημασία διαφορετική από εκείνη που αποδίδεται συνήθως σ’ αυτόν: δηλώνει το σύνολο των υποκειμένων σε οικονομική αξιολόγηση σχέσεων, που αναφέρονται σε ένα υποκείμενο της νομικής τάξης. Με την έννοια αυτή, κάθε… …   Dictionary of Greek

  • σύσταση — η / σύστασις, ΝΜΑ, και αττ. τ. ξύστασις Α [συνίστημι] 1. σύνθεση, κατασκευή 2. συγκρότηση, συναρμολόγηση 3. ίδρυση, σχηματισμός (α. «σύσταση ανώνυμης εταιρείας» β. «σύστασις ἐπιβουλῆς», Πολ.) 4. φυσική σύνθεση, υφή, υπόσταση (α. «υδαρούς… …   Dictionary of Greek

  • Αυγουστίνος — I (Γεώργιος Λαμπαρδάκης, Βουκολιές Χανίων Κρήτης 1938 –). Μητροπολίτης Γερμανίας και έξαρχος Κεντρώας Ευρώπης. Σπούδασε στη Θεολογική Σχολή Χάλκης και μετεκπαιδεύτηκε στα πανεπιστήμια Σάλτσμπουργκ, Μίνστερ και Βερολίνου Γερμανίας (1960 66). Το… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»